τριπαλμιτίνη

τριπαλμιτίνη
η, Ν
χημ. ο εστέρας τού παλμιτικού οξέος με την γλυκερίνη, ο οποίος αναφέρεται συχνά και ως παλμιτίνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. tripalmitine < tri- (< λατ. tres, tria, πρβλ. και τρεις) + palmitine (πρβλ. παλμιτίνη)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γλυκερίδια — Εστέρες που σχηματίζονται κατά την αντίδραση της γλυκερίνης με ανόργανα ή οργανικά μονοκαρβονικά οξέα. Επειδή η γλυκερίνη είναι τρισθενής αλκοόλη υπάρχουν μονο , δι και τριεστέρες, απλοί ή μεικτοί, ανάλογα δηλαδή εάν περιέχουν ρίζες του ίδιου ή… …   Dictionary of Greek

  • λίπη — Οργανικές ενώσεις, οι οποίες περιέχουν άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο. Ο όρος λ. αναφέρεται γενικά σε μείγματα τριεστέρων της γλυκερίνης με κορεσμένα (παλμιτικό, στεαρικό κ.ά.) και ακόρεστα (ελαϊκό κ.ά.) λιπαρά οξέα, τα οποία διαθέτουν 4 20 άτομα… …   Dictionary of Greek

  • παλμιτικό οξύ — Μονοκαρβοξυλικό οργανικό οξύ με χημικό τύπο C15H31COOH. Είναι αρκετά διαδεδομένο στη φύση σε μορφή γλυκεριδίου (τριπαλμιτίνη), γιατί συναντάται σε όλα τα λιπαρά και φυτικά λίπη. Αποτελεί επίσης το κύριο συστατικό των λιπαρών οξέων που περιέχονται …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”